Serbian tour

Η πρώτη διαδρομή (Θεσσαλονίκη – Βελιγράδι) είναι περίπου 640 χιλιόμετρα  και η διάρκεια του ταξιδιού υπολογίζεται τουλάχιστον 7-8 ώρες… Λίγο μετά τη Χαλκηδόνα πιάνουμε τον Ε-75 που θα μας οδηγήσει κατευθείαν στο Βελιγράδι. To τοπίο τυπικό αγροτικό , μεσογειακό , με οπωροφόρα δένδρα μέχρι τα σύνορα (Έύζωνοι). Τα τελωνεία φισκαρισμένα από Ι.Χ. (φορτωμένα μέχρι επάνω σε βαθμό που να μην μπορείς να δεις το εσωτερικό τους) Σέρβων και Σκοπιανών που πηγαίνουν ή γυρίζουν από τις παραλίες της Πιερίας και της Χαλκιδικής. Τι κουβαλάνε οι άνθρωποι ? την Άρτα και τα Γιάννενα…. 
Οι αγουροξυπνημένοι τελωνειακοί μοιάζουν να κάνουν αγγαρεία. Παραδόξως, ξεμπερδεύουμε στα γρήγορα με τα γραφειοκρατικά και στα 2 τελωνειακά φυλάκια και αφού φουλάρουμε βενζίνη (σημαντικά φθηνότερη στη Σκοπιανή πλευρά των συνόρων) συνεχίζουμε ακάθεκτοι προς το Βορρά. Προσπερνάμε τα Καζίνο της Γευγελής όπου οι Ελληνες "πατριώτες"στενάζουν στις πράσινες τσόχες των "μισητών" γειτόνων. Είμαστε πλέον στο έδαφος των Σκοπίων αλλά το τοπίο παραμένει ίδιο. Κλασικό αγροτικό, ημιορεινό, απλά εδώ έχουν περισσότερα αμπέλια που διακόπτονται από μικρά ποταμάκια που φαίνεται ότι συναντούν κάπου στο βάθος τον Αξιό..
Μπαίνουμε στην κοιλάδα του Βαρντάρ (Αξιού) που θυμίζει λίγο από Τέμπη (Στενά Δεμίρ Καπού, όπως μας ενημερώνει η σχετική πινακίδα). Οι ντόπιοι υπερηφανεύονται ότι αποτελεί το ωραιότερο κομμάτι της διαδρομής μέχρι την πόλη των Σκοπίων. Μπαινοβγαίνουμε σε μικρά, ασυντήρητα, κακοφωτισμένα τούνελ, βουβά απομεινάρια της πάλαι ποτέ κραταιάς Γιουγκοσλαβίας, αλλά ακολουθούμε με θρησκευτική ευλάβεια τα όρια ταχύτητας (ποτέ δεν ξεφεύγουμε πάνω από 100 χλμ γιατί ο δρόμος έχει μόνο μια λωρίδα ανά κατεύθυνση, ενώ συχνά πυκνά κολλάμε πίσω από νταλίκες) και φυσικά τα φώτα αναμμένα (μέρα-νύχτα) καθώς η τοπική τροχαία στήνει καραούλι δεξιά και αριστερά και κοπανάει πρόστιμα, ειδικά στους παραβάτες που φέρουν αλλοδαπές πινακίδες.  

Ο δρόμος έχει πολλά μπαλώματα και πολύ περισσότερες λακούβες, ενώ και οι στροφές είναι πολλές και συνεχόμενες. Υπάρχουν πολλά χωματουργικά έργα σε εξέλιξη και οι ταμπέλες με την σημαία της Ε.Ε. υποδηλώνουν ξεκάθαρα, το ποιος πληρώνει τον τελικό λογαριασμό. Παρά ταύτα είναι φανερή η προσπάθεια για βελτίωση ολόκληρου του οδικού δικτύου και οι ντόπιοι τρέφουν μεγάλες προσδοκίες από την πιθανή είσοδο τους ως επίσημο μέλος στην Ε.Ε. Κατά τα λοιπά, το ποτάμι ρέει στα αριστερά μας, ενώ οι βραχώδεις πλαγιές της κοιλάδας πέφτουν κατακόρυφα στις πραγματικά καταπράσινες όχθες του.
Διόδια στα Σκόπια: Πονεμένη ιστορία. Oι υπάλληλοι κλασικοί μπουρτζόβλαχοι, αγνοούν και τα στοιχειώδη σε ξένες γλώσσες αλλά μόλις δουν ξένο όχημα κατευθείαν η κλασική ατάκα «one euro»…..η πραγματική αντιστοιχία του κανονικού αντιτίμου (50 din) είναι λιγότερη από 1 ευρώ αλλά καθώς δεν έχουμε ούτε τοπικά νομίσματα, ούτε διάθεση και χρόνο για καυγά, πληρώνουμε το «one euro» και προχωράμε. Σύνολο διοδίων 3, άρα 3 ευρώ…..Το τοπίο μετά την κοιλάδα του Βαρντάρ παραμένει αδιάφορο, ο δρόμος, γεμάτος μπαλώματα, περνάει μέσα από πεδιάδες και χαμηλούς λόφους με υποτονική βλάστηση ενώ στο βάθος διακρίνονται χωριουδάκια σκαρφαλωμένα στις πλαγιές των βουνών με τα καμπαναριά των εκκλησιών τους να ξεπροβάλουν μέσα στην γενική θολούρα… Μετά το Čaška αρχίζουν να κάνουν την εμφάνισή τους και χωριά με μιναρέδες, απτή υπενθύμιση στον επισκέπτη ότι το Ισλάμ έχει βαθιές ρίζες και σε αυτή τη γωνιά των Βαλκανίων. 

Λίγο πριν το Αεροδρόμιο των Σκοπίων, πληρώνουμε  νταβατζιλίδικα το τελευταίο one euro στο σταθμό διοδίων (Petrovec) και αποφασίζουμε να ανταλλάξουμε κάποια χρήματα στο τοπικό νόμισμα για το ταξίδι της επιστροφής. Προκρίνουμε την λύση της επόμενης μεγάλης πόλης και φυσικά επιλέγω το Κουμάνοβο. Παρακάμπτουμε τον βασικό οδικό άξονα (Ε-75) και μπαίνουμε στο Κουμάνοβο….Φτωχικά σπίτια και αθίγγανοι παντού να πουλούν τα πάντα στη μέση του δρόμου… Προσπαθούμε να βρούμε ένα ΑΤΜ, έχοντας πάντα κατά νου την τροχαία. 

Το Κουμάνοβο δοκιμάστηκε άγρια από τις εθνοτικές ταραχές του 2001. Πόλη παραμεθόριο (τα σύνορα με την Σερβία απέχουν μόνο 12 χλμ) πολυεθνική, με μεγάλο πληθυσμό Σέρβων και Αλβανών, Βλάχων, Τούρκων και κυρίως Ρομά έγινε το θέρετρο αιματηρών συγκρούσεων. Ακόμη και τώρα το παρελθόν στοιχειώνει την πόλη. Τόσο μέσα στην πόλη, όσο και στα τριγύρω χωριά, οι επιγραφές με τα τοπωνύμια είναι γραμμένες σε 3 γλώσσες (Σκοπιανά, Σέρβικα και Αλβανικά) αν και σε πολλές από αυτές έχει παρέμβει κάποιο αόρατο χέρι με σπρέι και έχει σβήσει την μια ή τις 2 άλλες γλώσσες. Εθνοτική μηδενική ανοχή σε όλο της το μεγαλείο…αναλόγως με το ποια γλώσσα έχει παραμείνει ανέπαφη στην πινακίδα, κατανοείς και την εθνοτική πλειοψηφία των κατοίκων της συγκεκριμένης περιοχής. 

Βρίσκουμε την κεντρική πλατεία και επιχειρώ να βγάλω άκρη με τα κυριλλικό αλφάβητο στο ΑΤΜ. Παντού ελληνικές τράπεζες, Πειραιώς και Alpha Bank…..Οι πολιτικές διαφορές παραμένουν αλλά το κεφάλαιο δεν έχει ούτε πατρίδα, ούτε σύνορα…. Μπλοκ με πανάρχαιες, σοσιαλιστικού τύπου, εργατικές κατοικίες μέχρι το κέντρο της πόλης. Τελικά μετά από 2-3 ΑΤΜ που υπολειτουργούν, παίρνω τα λεφτά μου και ξεκινάμε…
Είναι Σάββατο και η πόλη πρέπει να έχει παζάρι, αλλιώς δεν εξηγείται το κομφούζιο που επικρατεί. Δεκάδες ποδηλάτες με κρεμασμένες σακούλες με ψώνια, στο ποδήλατό τους, έχουν πλημμυρίσει τους δρόμους….Πιπεριές, ντομάτες, κρεμμύδια, καρπούζια, πεπόνια και καλαμπόκια έχουν την τιμητική τους. Κυκλοφοριακό χάος στο φουλ, μαυροντυμένες γιαγιάδες να ξεπουλάνε την πραμάτεια τους σε αυτοσχέδιους πάγκους, εθνικιστικά συνθήματα στους τοίχους, ένας ταλαίπωρος τροχονόμος που προσπαθεί να επιβληθεί σε όλο αυτό το λεφούσι αλλά κανείς δεν φαίνεται να τον λαμβάνει υπόψη στα σοβαρά. 

Σκυλιά, γατιά, κοτόπουλα τριγυρνάνε ανάμεσα Μερσεντές με φιμέ τζάμια και τρακτέρ Yugo, τσιγγάνοι προσπαθούν να φορτώσουν ένα ψυγείο σε ένα τρίκυκλο που κοντεύει να κλατάρει, μανάδες κυνηγάνε τα  παιδιά τους, κορναρίσματα, φωνές, κακό ….εικόνες σουρεάλ….εδώ είναι «Βαλκάνια δεν είναι παίξε-γέλασε»…..σε τέτοιες στιγμές θυμάμαι την ατάκα «εάν δεν μπορείς να γλυτώσεις τον βιασμό, τουλάχιστον κάτσε κι απόλαυσέ τον»…..όλοι είναι βιαστικοί, όλοι είναι τσιτωμένοι αλλά κανείς δεν κάνει τίποτα για να ξεμπλοκάρουμε….έχουμε φρακάρει στη μέση του δρόμου, άλλα οχήματα, παρά το γεγονός ότι βλέπουν το χάος, έρχονται και μας κλείνουν το δρόμο από πίσω…..με τα πολλά, και μετά από κανένα πεντάλεπτο ψιλομανούρας ξεκινάμε….κάνουμε τη βλακεία να ακολουθήσουμε την διαδρομή που μας υποδεικνύει το χαζό-destinator και τώρα είμαστε σε ένα παράδρομο στην εξοχή με κατεύθυνση προς Σερβία αλλά δεν βλέπουμε πουθενά τον Ε-75, ούτε κάποια πινακίδα που να μας δείχνει το δρόμο για να βγούμε στην βασική οδική αρτηρία.
 Ο ήλιος βαράει γερά και να νεύρα μου έχουν γίνει τσατάλια…Σταματάω σε ένα μαγαζί όπου 2 αργόσχολοι μεσήλικες χαβαλεδιάζουν, για να τους ρωτήσω πως πάω στο Belgrade… με κοιτάζουν σαν εξωγήινο… δοκιμάζω το Beograd… Αν δεν ανταποκριθούν ούτε και τώρα, θα ρωτήσω στα ποντιακά…..Ξάφνου ο ένας τύπος (αργόσχολος Νο1) κοιτάζει τις πινακίδες μας, ψελλίζει κάτι στα Σκοπιανά, με την κλασική βαλκανική ηρεμία μου κάνει νόημα να περιμένω, και εξαφανίζεται μέσα στο μαγαζί. Περνάει κάνα τρίλεπτο, που μοιάζει αιώνας, και αποφασίσω να φύγουμε…Ο αργόσχολος Ν2 μου κάνει νόημα να περιμένω. Σε λίγο ο αργόσχολος Ν1 εμφανίζεται στην πόρτα του καταστήματος, κλειδώνει το μαγαζί μπαίνει μαζί με τον αργόσχολο Ν2 σε ένα ασημί φορτηγάκι και μου κάνει νόημα να τον ακολουθήσω….
Ακολουθούμε ένα τρελό δρομολόγιο μέσα από ένα στριφογυριστό καρόδρομο, μπαίνουμε σε κάτι φτωχικούς οικισμούς με ξύλινα και πλίθινα σπιτάκια και τραγικούς κηπίσκους , με παιδάκια να μας χαιρετάνε από τα παράθυρα των άβαφων σπιτιών και μείς να ανταποδίδουμε….δεν ξέρω που πάμε, αλλά νοιώθω πολύ οικείο το όλο περιβάλλον…σε λίγο σταματάμε διότι από την αντίθετη κατεύθυνση του χωματόδρομου ξεπροβάλει ένα τρακτεράκι (κατάλοιπο της εποχής του Τίτο), κάνουμε όλοι στην άκρη για να περάσει και συνεχίζουμε…μετά από κάνε 5λεπτο βγαίνουμε στο μεγάλο δρόμο. Τα φιλαράκια μας από το φορτηγάκι μας δείχνουν προς τον Βορρά, εκεί που ξεπροβάλει το τεράστιο toll των Σερβοσκοπιανών συνόρων, τους ευχαριστούμε θερμά, χαιρετιόμαστε (όλα αυτά στην κοινή βαλκανική νοηματική γλώσσα) και συνεχίζουμε…Άιντε (υπερεθνική βαλκανική φράση που υποδηλώνει αυτό που λέμε στα νεοελληνικά lets go!!!)…...Τέτοια φαινομενικώς ασήμαντα περιστατικά, γιγαντώνουν την πίστη μου ότι οι άνθρωποι όλων των χωρών δεν έχουμε τίποτα απολύτως να μοιράσουμε, τίποτα να χωρίσουμε, τίποτα απολύτως για να μαλώσουμε…Είναι στιγμές που ένα απλό ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ηχεί τόσο φθηνό και τόσο μικρό για να εκφράσει τα αισθήματά μου….
Συνεχίζουμε ακάθεκτοι, πλησιάζουμε τα σύνορα και μπαίνουμε στην σχετική ουρά των οχημάτων που πρόκειται να εξέλθουν από την ΠΓΔΜ. Σε 3 ώρες έχουμε διασχίσει ολόκληρη την ΠΓΔΜ από το νότο μέχρι το βορρά. Στο λεπτό βρισκόμαστε περικυκλωμένοι από ένα σμήνος ρακένδυτων πιτσιρικιών που ζητιανεύει ασύστολα. Κάποιος σέρνει έναν ανάπηρο σε ένα καροτσάκι και απλώνει το χέρι σε κάθε όχημα….Εικόνες από τον «Καιρό των τσιγγάνων» του Κουστουρίτσα ξεπηδάνε στο μυαλό μου. Οι Σκοπιανοί τελωνιακοί αδιαφορούν τελείως για τους ζητιάνους και την εικόνα που σχηματίζει ο επισκέπτης για τη χώρα τους. Τελειώσαμε γρήγορα τα γραφειοκρατικά και βρισκόμαστε πλέον στο σερβικό τελωνειακό φυλάκιο…Εδώ είναι πιο επαγγελματικά τα πράγματα…κοιτάζουν πιο προσεκτικά τα έγγραφά μας, τα διαβατήρια, την πράσινη κάρτα του οχήματος κτλ Ξεμπερδέψαμε κι από δω και  φύγαμε για Βελιγράδι. Το τοπίο εδώ είναι λίγο διαφορετικό…εντελώς πεδινό έδαφος και πολλά μικρά χωριά, όλα με εντυπωσιακούς φρεσκοχτισμένους μιναρέδες. 
Εδώ είναι η κοιλάδα του Πρεσέβου και του Μπουγιάνοβατς με το αλβανικό στοιχείο (>90% του πληθυσμού) να κάνει κάτι παραπάνω από εμφανή την παρουσία του. Και εδώ είχαν υπάρχει εχθροπραξίες (μέχρι και φέτος) μεταξύ Σέρβων και Αλβανών και η περιοχή μυρίζει μπαρούτι. Οι Αλβανοί θέλουν να ενώσουν την περιοχή αυτή με το γειτονικό Κόσσοβο, ενώ οι Σέρβοι δηλώνουν ότι θα χυθεί αίμα εάν υπάρξει έστω και απλή υποψία για μια τέτοια εξέλιξη. O δήμαρχος του Μπουγιάνοβατς, Shaip Kamberi, ανέφερε πρόσφατα ότι το ζήτημα των Αλβανών στην Κοιλάδα του Πρέσεβο βρίσκεται σε συνάρτηση με εκείνο των Σέρβων στο Βόρειο Κοσσυφοπέδιο και για το θέμα αυτό επιδιώκει τη βοήθεια της Πρίστινας αλλά και των Τιράνων. Προβλέπω ότι θα έχουνε ντράβαλα λίαν συντόμως…

Το οδόστρωμα είναι πολύ καλύτερο σε σχέση με αυτό στην ΠΓΔΜ, και οι Σέρβοι επιχειρούν πολλαπλές διαπλατύνσεις των δρόμων ενώ σε αρκετά σημεία έχουν παρακάμψεις και σήματα "work in progress". Δρόμος καλής βατότητας και κυκλοφοριακής ροής , πλην όμως με ένα ρεύμα ανά κατεύθυνση μέχρι το Leskovac.
Ατελείωτη πεδιάδα, με απέραντα χωράφια γεμάτα καλαμπόκι και πιπεριές. Προσπερνάμε βιαστικά το Bujanovac, το Ristovac,το Vranje, και στα 50 χλμ από τα σύνορα  σταματάμε στο Djep. Κλασικός σταθμός όλων όσων ταξιδεύουν προς τον Σερβικό Βορρά. Νταλίκες παρκαρισμένες άτακτα, δεξιά και αριστερά του δρόμου, τουριστικά λεωφορεία να ξεφορτώνουν νέες καραβιές επισκεπτών, ουδεμία διάβαση για πεζούς και κλασικά ελληνικά και σέρβικα γηπεδικά καφροσυνθήματα σε όλους τους τοίχους. Γαμώτη μου, μήπως έπρεπε να πάρω ένα σπρέι και γω μαζί μου ?

Τι εστί Djep ? Δυο-τρεις ταβέρνες στοιβαγμένες ένθεν και κείθεν του δρόμου, η μια διατηρεί και αντίστοιχο μοτέλ καθώς και μίνι μάρκετ .Πρώτη επιφανειακή επαφή με τη σερβική κουζίνα….Η βασική ταβέρνα (Djep) έχει το μενού σε διάφορες γλώσσες, συμπεριλαμβανομένων και των ελληνικών ή περίπου και στα ελληνικά. Κλασικό πρόχειρο φαγητό των εθνικών οδών, ψιλοακριβό για τα σερβικά δεδομένα. Ένας ηλικιωμένος σερβιτόρος μιλάει στοιχειωδώς τα ελληνικά και έτσι παραγγέλνουμε εύκολα. Δοκιμάζουμε lepinja sa kajmakom (ζεστό ψωμάκι με τυρί) και ένα είδος σερβικού ρολού, Καραγιώργεβα λέγεται (σνίτσελ ρολό με γέμιση μπέικον και κίτρινο τυρί), κλασικά τοπική μπυρίτσα Jelen..... Το μαγαζί δέχεται και ευρώ, πληρώνουμε και φεύγουμε….
Λίγο βορειότερα, στο Doljevac, τα πρώτα διόδια (190 Δηνάρια)  και αμέσως μετά το Leskovac ξεκινά το καλύτερο κομμάτι του δρόμου - περίπου στα 40 χλμ. πριν από το Nis - και σε πάει μέχρι το Βελιγράδι...Αυτοκινητόδρομος ευρωπαϊκών προδιαγραφών...Περνάμε έξω από το Nis, δεύτερος σταθμός διοδίων (230 χλμ από το Βελιγράδι) και μας εφοδιάζουν με ένα κουπόνι (ηλεκτρονικά διόδια), ενώ στα τρίτα διόδια (λίγο έξω από το Βελιγράδι) δίνεις το κουπόνι και σου υπολογίζει την τιμή ανάλογα με τα χιλιόμετρα του αυτοκινητοδρόμου που έχεις διανύσει (μέχρι Βελιγράδι είναι 730 Δηνάρια). Εδώ τρέχουμε κανονικά, πολλαπλές λωρίδες και  100-120 χλμ ακατέβατα…

 Ο Ε-75 τέμνει την σερβική πεδιάδα στη μέση και ο ήλιος στα αριστερά μας, υποδηλώνει ότι ήμαστε στη σωστή κατεύθυνση. Αναρίθμητα μοτέλ και μικρά εστιατόρια ξεπηδάνε στο διάβα μας. Γραφικά χωριουδάκια, άβαφα σπιτάκια με κεραμοσκεπή παντού (είναι φανερό ότι το επάγγελμα του ελαιοχρωματιστή δεν έχει μεγάλη πέραση σε τούτη τη χώρα). Αρμαθιές από κόκκινες πιπεριές λιάζονται στον ήλιο έξω από κάθε πόρτα, θημωνιές σε σχήμα καλύβας και ξανά χωράφια με καλαμπόκια και ενδιάμεσα κοπάδια από πρόβατα….Σταματάμε σε ένα σταθμό ΟΜV , φουλάρισμα βενζίνης, χαλάρωμα, καφεδάκι στα γρήγορα και ξανά στο δρόμο. Τούρκοι διερχόμενοι μετανάστες παντού, αυτοκίνητα με γερμανικές και αυστριακές πινακίδες και γυναίκες με σκουρόχρωμες μαντίλες στο κεφάλι.

Αφήσαμε γρήγορα πίσω μας τη Jagodina και το Lapovo ενώ οι πινακίδες μας ενημερώνουν ότι πλησιάζουμε στο Βελιγράδι, πρώτο σταθμό του ταξιδιού μας. Αργά το απόγευμα μπαίνουμε στη Λευκή Πόλη (αυτό σημαίνει Βελιγράδι στα Σέρβικα), μεγάλες οδικές αρτηρίες αλλά η σήμανση προβληματική λόγω του κυριλλικού αλφαβήτου. Και δω μπλοκ εργατικών κατοικιών πλαισιώνουν τους δρόμους μόνο που υπάρχει (τουλάχιστον στα προάστια) υπάρχει κάμποσο πράσινο. Άβαφα και μισοτελειωμένα κτήρια συμπληρώνουν το ντεκόρ. Σίγουρα σε αυτή τη χώρα πιστεύουν ότι χτίζοντας έναν τοίχο με τούβλα έχεις ξεμπερδέψει με την θέμα οίκηση. 
Μετά από άσκοπες γύρες στο κέντρο της πόλης, σε στενά δρομάκια γεμάτα έξυπνα γράφιτι,  βρίσκουμε το δρόμο για το ξενοδοχείο Srbije, ακριβώς επάνω στη Λεωφόρο Ustanička . Το δωμάτιο τίποτα το τρομερό, απλό, λιτό και καθαρό. Ευτυχώς όμως είμαστε στον 14ο όροφο και έχουμε καταπληκτική θέα.

 Ντουζάκι και δρόμο. Πρώτη στάση στη ρεσεψιόν για να λάβουμε κάποιες βασικές πληροφορίες για την πόλη, κανένα τουριστικό χάρτη και φυσικά τις ταυτότητές μας. Αμ, δε….Δώσαμε στην αρχή τις αστυνομικές μας ταυτότητες αλλά δεν μας τις επιστρέφουν διότι σύμφωνα με την Σερβική νομοθεσία τα ταξιδιωτικά έγγραφα των τουριστών παραμένουν στη ρεσεψιόν του ξενοδοχείου μέχρι την ημέρα της αναχώρησης. «Και άμα μας σταματήσουν αστυνομικοί στο δρόμο? » ρωτώ ο αδαής  την κοπέλα στη ρεσεψιόν… - Αααα, μην ανησυχείτε καθόλου, θα τους δώσετε την Κάρτα του ξενοδοχείου μας (και μου χώνει μια κάρτα στο χέρι), για να μας τηλεφωνήσει η αστυνομία και να τους επαληθεύσουμε τα στοιχεία σας !!!! 
θέλω να της πω ότι το Σερβικό σύστημα ασφαλείας είναι μια ηλιθιότητα και μισή, αλλά έχει ένα τόσο αθώο προσωπάκι που δε μου πάει η καρδιά να πω τίποτα, δείχνω χαρακτήρα και το προσπερνώ….Πάμε στο πάρκιγκ να πάρουμε το αμάξι και έρχεται ο τύπος που κάνει κουμάντο εκεί και μας ζητάει κάτι…δεν μιλάει αγγλικά αλλά καταλαβαίνω ότι θέλει να δει την Κάρτα, ότι δηλαδή είμαστε πελάτες του ξενοδοχείου, του την δείχνω και μας αφήνει να φύγουμε (με το αμάξι)..…Ρε που μπλέξαμε με δαύτους….

Κατευθείαν γραμμή για το Φρούριο του Βελιγραδίου [σέρβικα Beogradska tvrđava) και το Πάρκο Kalemegdan. Η λέξη Kalemegdan προέρχεται από τη σύνθεση 2 τουρκικών λέξεων, της λέξης "Kale" (φρούριο) και meydan (πεδίο μάχης)], μπας και προλάβουμε το ηλιοβασίλεμα….

Ο δρόμος για το Φρούριο είναι σχετικά εύκολος, και γρήγορα έχουμε παρκάρει έξω την Πύλη Zindan (η λέξη Zindan προέρχεται από την περσική λέξη زندان, zindân= φυλακή, και ειδικότερα υπόγεια κελιά, μπουντρούμι ) καθώς μέχρι τον 18ο αιώνα οι Οθωμανοί κατακτητές χρησιμοποιούσαν το χώρο κάτω από τους 2 πύργους της πύλης, ως υπόγεια κελιά. Δρασκελίζουμε τη γέφυρα και περνώντας τα τείχη μπαίνουμε στον εσωτερικό περίβολο του φρουρίου. Στα δεξιά μας βρίσκεται  η Εκκλησία των Ρόδων ( Ružica).  Στο ίδιο σημείο υπήρχε μια εκκλησία με το ίδιο όνομα από την εποχή του Stefan Lazarević, αλλά καταστράφηκε από τους Οθωμανούς το 1521. 
Η σημερινή εκκλησία αποτέλεσε κατά τον 18ο αιώνα, πυριτιδαποθήκη, και κατά τα έτη 1867 – 1869 διετέλεσε στρατιωτική εκκλησία.. Υπέστη σημαντικές φθορές κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ανακαινίσθηκε το 1925. Μάλιστα ο διάκοσμος της φέρει την υπογραφή του φημισμένου Ρώσου ζωγράφου Andrej Bicenko και των τοπικών αγιογράφων Kosta Todorović και Rafailo Momčilović. Προσωπικά δεν γνωρίζω τους κυρίους αλλά για να τους παινεύουν τόσο οι ντόπιοι και να τους αναγράφουν στη σχετική ενημερωτική πινακίδα, μάλλον θα ήταν καλοί στη δουλειά τους !!!!!
Το Φρούριο είναι χτισμένο στην κορυφή ενός βραχώδους υψώματος (125,5 μ) ακριβώς στη συμβολή των 2 μεγάλων ποταμών της Σερβίας, του Δούναβη και του Σάβα, και προσφέρει στο επισκέπτη τη δυνατότητα να έχει μια πανοραμική άποψη της πόλης. Ακριβώς κατάφατσα από το Φρούριο, και στη μέση του Δούναβη προβάλει το Νησί του Μεγάλου Πολέμου (Veliko Ratno Ostrvo) ενώ από δω πάνω μπορείς να θαυμάσεις (στα δεξιά σου) σε μεγάλο βάθος τόσο την σερβική πεδιάδα που ξεχύνεται στην ανατολική όχθη του Δούναβη, όσο και (στα αριστερά σου) την απέναντι όχθη του ποταμού Σάβα, δηλαδή το Νέο Βελιγράδι, ή αλλιώς Ζέμουν καθώς και το νέο απόκτημα (εγκαίνια 01.01.2012) του Βελιγραδίου, την 923 μέτρων φουτουριστική Γέφυρα Ada (με 6 λωρίδες κυκλοφορίας οχημάτων, 2 λωρίδες πεζοδρόμων) που ίπταται σε ύψος 200 μέτρων επάνω από τον ποταμό Σάβα και συνδέει το Παλαιό με το Νέο τμήμα της πόλης.Δυστυχώς, ο ήλιος έχει δύσει πια οπότε οι φωτογραφίες μου είναι για το ανάθεμα….Τριγυρίζω λίγο ανάμεσα στα περήφανα τείχη και θαυμάζω τα 2 ποτάμια της πόλης (Δούναβη και Σάβα) που ρέουν γαλήνια στα πόδια του Φρουρίου. Το θέαμα είναι μοναδικό. Η πόλη ανάβει τα φώτα της και στο βάθος οι βαρυφορτωμένες φορτηγίδες παρακάμπτουν μέσα στο ημίφως το  Νησί του Μεγάλου Πολέμου και συνεχίζουν το ταξίδι τους προς το Νότο. 

Φεύγουμε για να περάσουμε το Σάβα και να βρεθούμε στο Νέο Βελιγράδι και ποιο συγκεκριμένα στο Πάρκο Ušće, να πάρουμε μια γεύση από το τοπικό ετήσιο Φεστιβάλ Μπύρας (Beogradski festival piva). Το Φεστιβάλ αυτό είναι το μεγαλύτερο της πόλης και κάθε χρόνο συγκεντρώνει διαρκώς μεγαλύτερο αριθμό επισκεπτών. Αρχικά (2003) ξεκίνησε να διεξάγεται ετησίως στο Πάρκο Kalemegdan, στο Φρούριο του Βελιγραδίου, αλλά ένα τραγικό περιστατικό το 2007, όπου ένας μεθυσμένος επισκέπτης του Φεστιβάλ βρέθηκε νεκρός στο κλουβί με τις αρκούδες στον παρακείμενο Ζωολογικό Κήπο της πόλης (!!!!!) οδήγησε τις Αρχές στην απόφαση να αλλάξουν τον τόπο διεξαγωγής του Φεστιβάλ. 
Έτσι το Φεστιβάλ μεταφέρθηκε στις εγκαταστάσεις του Πάρκου Ušće και αυξήθηκε η αστυνόμευση του χώρου. Τριγύρω από τον περιφραγμένο χώρο του Φεστιβάλ, υπάρχουν δεκάδες ελεύθεροι χώροι παρκαρίσματος και ο κόσμος σπεύδει μαζικά. Απόψε (18/8) παίζουν Love Hunters, Crvena Jabuka, Siddharta, Sunshine, Orthodox Celts, Kiril Džajkovski, και Pete Tong…. Δεν ξέρω κανένα από τα σχήματα αυτά αλλά οι ντόπιοι γουστάρουν τρελά…υπάρχει μεγάλο κέφι και οι μπύρες ρέουν σαν ποτάμι…..Στην είσοδο γίνεται ένας βαλκανικού τύπου (-έχεις τίποτα επάνω σου ? -ΟΧΙ…. -Καλό παιδί φαίνεσαι, πέρνα) σωματικός έλεγχος για όπλα και εκρηκτικά (σιγά μην κουβαλήσουμε και κανένα μπαζούκας)…..Δεξιά και αριστερά από τις εισόδους επί της Λεωφόρου Νikole Tesle υπάρχουν χημικές τουαλέτες οι οποίες έχουν βουλιάξει από κόσμο με αποτέλεσμα πολύς κόσμος να «ξελαφρώνει» στα σκοτεινά σημεία του φράκτη (!!!!)…..Balkan rules…..
Μέσα στο χώρο της εκδήλωσης χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα….Πολλαπλές μουσικές σκηνές, ροκ, έντεχνο, rave για κάθε γούστο και κάθε ηλικία. Φυσικά ούτε σκέψη για να πλησιάσεις περισσότερο, το κοινό είναι τεράστιο και όλοι παρακολουθούν τα διάφορα χάπενινγκ από τις γιγαντοοθόνες. Η αλήθεια είναι ότι στην Ελλάδα σε παρόμοια φεστιβάλ με τόσο αλκοόλ, γίνονται καφρίλες, φασαρίες χωρίς λόγο και βλαχομαγκιές αλλά εδώ επικρατεί αξιοπρόσεκτη ηρεμία τηρουμένων των συνθηκών και των περιστάσεων. Πιο πέρα οι υπαίθριες μπυραρίες (ντόπιες και ξένες) να μην προλαβαίνουν να γεμίζουν τα ποτήρια του κοινού. 

Ακριβώς μπροστά από τις μπυραρίες ο «παιδότοπος» (FUN ZONE), μια τεράστια πλατεία που έχει μετατραπεί σε luna park. Το θέαμα είναι σουρεαλιστικό, νεαρά Σερβάκια ξεφαντώνουν με την ψυχή τους με αμερικόφερτη μουσική στη διαπασών, λίγες εκατοντάδες μέτρα από το κτήριο-έδρα του Σοσιαλιστικού Κόμματος που κατέστρεψαν συθέλεμα οι Νατοϊκές  βόμβες το 1999. !!! Ο κόσμος (θέλει να) ξεχνάει, η ζωή (πρέπει να) συνεχίζεται…..βέβαια εάν αναφέρεις τη λέξη Κόσσοβο, όλοι σκύβουν το κεφάλι και βρίζουν τις ΗΠΑ.
Τεράστιες φωτεινές διαφημιστικές πινακίδες παντού επιβεβαιώνουν την πανταχού παρούσα κυριαρχία του άκρατου καπιταλισμού. Τα σοσιαλιστικά ιδεώδη του Στρατάρχη Τίτο φαντάζουν τόσο μακρινά και απόκοσμα, καταχωνιασμένα στα χρονοντούλαπα της ιστορίας.
Ακόμη πιο δεξιά, τα φαγάδικα (FOOD ZONE), πάγκοι ξεχειλισμένοι από μπιφτέκια και λουκάνικα γιγαντιαίων διαστάσεων, τοπικά εδέσματα με βάση την πάπρικα και τα κρεμμύδια, σάλτσες γλυκιές και καυτερές, λαχταριστά χοιρομέρια, μπαχαρικά και λαχανικά κάθε είδους και γεύσεως, μουστάρδες και μαγιονέζες, σαλάτες κάθε είδους και μεγέθους, στοίβες με αραβικές πίτες και τουρσιά, μα πάρα πολλά τουρσιά….

Η βραδιά τελειώνει για μένα κάπου εδώ, πρέπει να φύγω γιατί αύριο θέλω να προλάβω να δω το κέντρο του Βελιγραδίου… Βγαίνω από το χώρο του Φεστιβάλ, νεαροί μεθυσμένοι ξερνάν τα σωθικά τους στις γωνίες, κοριτσάκια τρικλίζουν, άλλοι τραγουδάνε, άλλοι κλαίνε, άλλοι γελάνε...

Στους τριγύρω δρόμους, υπαίθριοι μικροπωλητές πωλούν χαϊμαλιά και σουβενίρ του Φεστιβάλ, μπλουζάκια με αστείες φατσούλες, σερβικές σημαιούλες, καρφιτσούλες με το πρόσωπο του κομμουνιστή Τίτο (αρχηγού των Παρτιζάνων) και του φιλοβασιλικού «θείου Ντράζα», (Ντράζα Μιχαήλοβιτς - Draža Mihailović), ηγέτη των Τσέτνικ (Chetnik), αναψυκτικά και φθηνότερες μπύρες, βαριεστημένοι σεκιουριτάδες που περιμένουν να λήξει το πανηγύρι να πάνε σπίτι τους, έφιπποι αστυνομικοί που βολτάρουν νωχελικά, βεγγαλικά στον αέρα, αγάπη, αλκοόλ, ξενοιασιά, φωνές που αναμειγνύονται με το βουητό του Δούναβη και ηχούν στα αυτιά μου σαν παλιό σέρβικο μοιρολόι…..Περνάω μπροστά από το κατάφωτο Ušće Μall. Νεαρά ζευγαράκια περιμένουν υπομονετικά στη στάση των λεωφορείων. Οι Σέρβοι φαίνονταν να κάθονται αμέριμνοι, ήσυχοι και χαμογελαστοί λες και καμία έννοια δεν ταλανίζει το μυαλό τους. Σλάβικη στωικότητα και βαλκανική ανεμελιά….Αύριο είναι μια καινούργια μέρα και σίγουρα θα είναι καλύτερη….


Szeged - Hungary


Το Σέγκεντ (Szeged) (στα γερμανικά Szegedin, στα πολωνικά Segedyn, στα ρουμανικά Seghedin, στα ιταλικά Seghedino και στα λατινικά Partiscum) είναι η τρίτη σε πληθυσμό πόλη της Ουγγαρίας, το περιφερειακό κέντρο του νοτιοανατολικού τμήματος της χώρας και η πρωτεύουσα της κομητείας Csongrád. Ο πληθυσμός του το 2011 έφθανε τους 170.000 κατοίκους ενώ στην πόλη διαβιούν αρκετές χιλιάδες φοιτητών. 
Tο Σέγκεντ βρίσκεται κοντά στα νότια σύνορα της Ουγγαρίας και είναι κτισμένο σε αμφότερες τις όχθες του ποταμού Τίσα (το 2ο μακρύτερο ποτάμι της Ουγγαρίας), λίγο μετά την εκβολή του παραποτάμου του Μούρες ή Μάρος (ο ίδιος ο Τίσα είναι ο σημαντικότερος ίσως παραπόταμος του Δούναβη). Ειδικά το  δυτικό τμήμα της πόλης (το κυρίως Σέγκεντ) είναι χτισμένο σε απόλυτο γεωγραφικό σχήμα ημικυκλίου που καταλήγει στο ποτάμι. Αντίθετα το ανατολικό τμήμα της πόλης το λεγόμενο  και "Új-szeged" ("Νέο Szeged") είναι περισσότερο δασώδες και αρχιτεκτονικώς πιο δαιδαλώδες, ενώ τα κτίσματα περιτριγυρίζονται από μεγάλες ζώνες πρασίνου και αθλητικών εγκαταστάσεων.... Εξαιτίας των πολλών ωρών μέσης ετήσιας ηλιοφάνειας (για τα Ουγγρικά δεδομένα βέβαια) , το Σέγκεντ αποκαλείται συχνά  και «Πόλη της λιακάδας»…
Η επίσκεψη στο Σέγκεντ από τη γειτονική Σερβία  γίνεται χωρίς κόπο, είτε με Ι.Χ. (μάλιστα δεν απαιτείται να πληρωθεί σχετική βινιέτα για το όχημα διότι το Σέγκεντ βρίσκεται μόλις 20 χλμ από τα Ουγγροσερβικά σύνορα), είτε με τρένο (υπάρχουν 2 τρένα ημερησίως που κάνουν το δρομολόγιο Σουμπότιτσα-Σέγκεντ)….
Ο δρόμος από τα σύνορα μέχρι την πόλη του Σέγκεντ είναι πολύ καλός και με ικανοποιητική σήμανση. Αεροδρόμιο δεν έχει η πόλη, και όποιος θέλει να έρθει αεροπορικώς θα πρέπει να χρησιμοποιήσει το αεροδρόμιο της Βουδαπέστης (Budapest Ferihegy Airport) που βρίσκεται 170 χλμ βορειότερα !!!!
Το Σέγκεντ, όπως άλλωστε οι περισσότερες Κεντροευρωπαικές πόλεις χρησιμοποιεί το σύστημα των πράσινων και κόκκινων περιοχών για στάθμευση (parking zone system) στο κέντρο της πόλης. Πάντως το μικρό μέγεθος της πόλης σου επιτρέπει να παρκάρεις το όχημα χωρίς κόστος, λίγο βορειότερο από το ιστορικό κέντρο, έξω από τα όρια της πράσινης ζώνης. Σε κάθε περίπτωση, τα σχετικά Εισιτήρια Παρκαρίσματος μπορούν να αγοραστούν σε όλα τα μίνι μάρκετ και βιβλιοπωλεία της πόλης.
Τα βασικά αξιοθέατα είναι συγκεντρωμένα κοντά στο ποτάμι και σε μικρή απόσταση από το Δημαρχείο (πρόκειται για ένα πραγματικά καταπληκτικό κτίριο, νεο-μπαροκ ρυθμού), από όπου ξεκινάν όλες οι περιηγήσεις. Οι κοντινές αποστάσεις και το επίπεδο του εδάφους καθιστούν βατή την πεζή περιδιάβαση στην πόλη.
Η τεράστια Πλατεία Széchenyi (με έκταση πάνω από 50.000 τετραγωνικά μέτρα)  απλώνεται μπροστά από το Δημαρχείο και αποτελεί το μεγαλύτερο πάρκο της πόλης (γεμάτο από συντριβάνια και διάσπαρτα αγάλματα των Ferenc Deak, Istvan Szechenyi, Lajos Tisza, καθώς και του βασιλιά Στεφάνου με τη σύζυγό του Γκιζέλα) στο οποίο λαμβάνουν χώρα τα διάφορα τοπικά φεστιβάλ και οι υπαίθριες εκθέσεις. Ο βασικός τουριστικός  πεζόδρομος  της πόλης είναι η  οδός Kárász, όπου μεταξύ των άλλων βρίσκεται και φημισμένο και πάντα γεμάτο από κόσμο, ζαχαροπλαστείο Α Capella) ενώ το πιο πολυσύχναστο στέκι των τουριστών είναι  η πλατεία του Καθεδρικού Ναού, η οποία έχει ακριβώς το ίδιο μέγεθος με την πλατεία του Αγίου Μάρκου στη Βενετία.. 
Ο Καθεδρικός Ναός (Votive Church of Our Lady of Hungary) αποτελεί το καμάρι της πόλης και αποτελεί το 4ο μεγαλύτερο κτίσμα σε ολόκληρη τη χώρα, με τους 2 πύργους του να φτάνουν τα 91 μέτρα ύψος, ενώ παράλληλα κατέχει το 3ο μεγαλύτερο Εκκλησιαστικό Όργανο σε όλη την Ευρώπη, με 9.040 . Η κατασκευή του ξεκίνησε το 1913 αλλά ολοκληρώθηκε μόλις το 1930 εξαιτίας των οικονομικών δεινών που υπέστη η Ουγγαρία με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.   Πάνω από την κύρια είσοδο του Ναού υπάρχει ένα άγαλμα.  ύψους 3 μέτρων, της Παρθένου, προς τιμής της οποίας χτίστηκε ο Ναός και η οποία αποτελεί την Προστάτιδα της Ουγγαρίας από την εποχή του Βασιλέα Στεφάνου του Α΄. Ο Ναός είναι διακοσμημένος με πραγματικά κομψοτεχνήματα ενώ ξεχωρίζει το ασυνήθιστο μωσαικό που βρίσκεται επάνω  από το κουβούκλιο του κυρίως βωμού και απεικονίζει την Παναγία να φοράει ένα δερμάτινο παλτό !!!


Σε κοντινή απόσταση από τον Καθεδρικό Ναό, βρίσκεται και ένα άλλο σημαντικό αξιοθέατο της πόλης, ο Σερβικός Ναός του Αγίου Νικολάου, ένα κτίσμα του 1778, σε ρυθμό Μπαρόκ, και το οποίο διακοσμείται από μια θαυμάσια εσωτερική εικονογράφηση. 
Επίσης η πόλη διαθέτει και Καλβινιστική Εκκλησία,  η οποία χτίστηκε το 1884 από τον Frigyes Schulek.Δίπλα στην Καλβινιστική Εκκλησία βρίσκεται και το "Καλβινιστικό Παλάτι" (Reformatus Palota).
Το μεγαλύτερο μουσείο της πόλης είναι το Mora Ferenc (που μέχρι το 1950 λειτουργούσε κι ως Δημοτική Βιβλιοθήκη) , που μεταξύ των άλλων στεγάζει και την εθνογραφική έκθεση της πόλης με πάνω από 20.000 εκθέματα από την καθημερινή ζωή των ανθρώπων της περιοχής. Στον ίδιο χώρο, στεγάζεται και η Αρχαιολογική έκθεση
Το 1719 το Σέγκεντ απέκτησε τον θυρεό του (παραμένει ο ίδιος μέχρι σήμερα) από τον Αυτοκράτορα Κάρολο της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Στη συνέχεια, η πόλη αναπτύχθηκε και ευδοκίμησε οικονομικά και πολιτιστικά. Το Σέγκεντ είναι γνωστό και ως «το σπίτι της πάπρικας». Η πάπρικα έφθασε στην Ουγγαρία το δεύτερο μισό του 16ου αιώνα ως διακοσμητικό φυτό. Περίπου 100 χρόνια αργότερα το φυτό άρχισε να καλλιεργείται ως εδώδιμο και η πάπρικα όπως τη γνωρίζουμε γεννήθηκε. Το Σέγκεντ είναι επίσης γνωστό για το Szekelygulyas, ένα τοπικό είδος γκούλας που παρασκευάζεται με χοιρινό και ξινή κρέμα.
Οι κάτοικοι του Σέγκεντ διεδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην επανάσταση και τον πόλεμο του 1848-49. Ο Lajos Kossuth έβγαλε τον περίφημο λόγο του στην πόλη. Το Σέγκεντ υπήρξε η τελευταία έδρα της επαναστατικής κυβερνήσεως τον Ιούλιο 1849. Οι Αμψούργοι τιμώρησαν τους επικεφαλής της πόλης, αλλά αργότερα το Σέγκεντ άρχισε να ευδοκιμεί και πάλι, όταν έφθασε ο σιδηρόδρομος το 1854, και η πόλη πήρε πίσω τον τίτλο της «ελεύθερης βασιλικής πόλεως» το 1860. Το κατάστημα του Mark Pick (ο πρόδρομος του σημερινού παγκόσμιας φήμης εργοστασίου σαλαμιών Pick) άνοιξε εδώ το 1869. Σήμερα η εντός των τειχών πόλη του Σέγκεντ διαθέτει όμορφα κτήρια και πλατιές λεωφόρους.
Αυτό οφείλεται κυρίως στη μεγάλη πλημμύρα του 1879, που κυριολεκτικά σάρωσε ολόκληρη την πόλη (μόνο 265 από τα 5723 σπίτια έμειναν και 165 άνθρωποι σκοτώθηκαν). Ο Αυτοκράτορας Φραγκίσκος Ιωσήφ επισκέφθηκε την πληγείσα πόλη και υποσχέθηκε ότι «το Σέγκεντ θα γίνει ομορφότερο από ό,τι ήταν». Κράτησε την υπόσχεσή του. Κατά τα επόμενα χρόνια, μια νέα, σύγχρονη πόλη ξεπρόβαλε από τα ερείπια, με παλάτια και φαρδείς δρόμους.
Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η Ουγγαρία έχασε τα νότια εδάφη της, που προσαρτήθηκαν στη Ρουμανία και τη Σερβία, οπότε το Σέγκεντ έγινε παραμεθόρια πόλη και η σημασία του μειώθηκε, αλλά καθώς ανέλαβε έδρα ιδρυμάτων και λειτουργιών που πριν ανήκαν στις χαμένες για την Ουγγαρία πόλεις, ανέκαμψε αργά. Το πανεπιστήμιο του Kolozsvár (το σημερινό Cluj-Napoca της Ρουμανίας) μετεγκαταστάθηκε στο Σέγκεντ το 1921 (βλ. Πανεπιστήμιο του Σέγκεντ), και θεωρείται το καλύτερο της Ουγγαρίας και πάντοτε βρίσκεται στην σχετική λίστα με τα 100 καλύτερα πανεπιστημιακά ιδρύματα της Ευρώπης. Το 1923 το Σέγκεντ έγινε η έδρα του ρωμαιοκαθολικού επισκόπου του Temesvár (της σημερινής Τιμισοάρα της Ρουμανίας).  
Το Σέγκεντ υπέστη πολλά δεινά κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. 6.000 κάτοικοι σκοτώθηκαν, οι Εβραίοι πολίτες περιορίσθηκαν σε γκέτο και μετά μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως πριν ο σοβιετικός στρατός εισέλθει στην πόλη, το 1944. Κατά την κομμουνιστική εποχή το Σέγκεντ έγινε κέντρο ελαφράς βιομηχανίας και βιομηχανίας τροφίμων. Το 1965 ανακαλύφθηκε πετρέλαιο κοντά στην πόλη. Η περιοχή παράγει σήμερα αρκετό για να καλύπτει το 67% των αναγκών της χώρας σε πετρέλαιο. Το Σέγκεντ είναι ένα από τα κέντρα της βιομηχανίας τροφίμων στην Ουγγαρία, ιδιαίτερα γνωστό για την πάπρικα, το szekelygulyas και το φημισμένο τοπικό σαλάμι Pick.

Martinique …. Off the road

Ωραίο νησί η Μαρτινίκα, αλλά οι ευπρόσιτες παραλίες και τα τουριστικά ψευτοσουβενίρ είναι  για τους τουρίστες, (τους οποίους προσωπικά δεν έχω και σε πολύ μεγάλη υπόληψη διότι όπου πάνε καταστρέφουν την αυθεντικότητα του τοπικού πολιτισμού)….Και τώρα πάμε στο δια ταύτα… οδηγίες για τους πραγματικούς ταξιδιώτες….


Martinique is a beautiful island, but the easily accessible beaches and the souvenir shops are actually for the tourists, who I don’t really appreciate, as I think that they tend to ruin the authentic local culture… So let’s talk about the real thing… guidelines for the real travellers.

Καλές οι τουριστικόπληκτες παραλίες του νότου, αλλά εκεί πάει ο καθένας…εάν θέλεις να δεις την πραγματική Μαρτινίκα, θα κινηθείς off the road….


The touristic beaches on the North are okay, but everyone can visit them… if you want to see the real Martinique, you need to go off the beaten track. 

Trois Ilets
Καλό, αλλά πληκτικό για τα δικά μου τουλάχιστον γούστα, το άκρως τουριστικό Trois Ilets. Εντάξει, η επίσκεψη στο Les Salines είναι must, κάτι σαν τον Παρθενώνα στην Αθήνα…. αλλά εάν συνεχίσεις να κινείσαι (με τα πόδια, μιας και δεν πάει αυτοκίνητο, γιατί είναι
προστατευόμενος βιότοπος)  ανατολικά της βασικής παραλίας των Αλυκών, και πάντα παράλληλα με την ακτή φτάνεις σε ένα σεληνιακό τοπίο που αποκαλείται  Πετρωμένη Σαβάνα (La Savane des Petrifivations), και μετά σ’ένα μικρό ακρωτήρι με απότομους βράχους πάνω στους οποίους σκάει με μανία το κύμα ενώ μπροστά σου ορθώνεται  το διαβόητο Τραπέζι του Διαβόλου (Table-au-Diable), ένας απροσπέλαστος βράχος στη μέση της θάλασσας που έχει εξελιχθεί στον τέλειο τόπο αναπαραγωγής για όλα τα θαλασσοπούλια της περιοχής. Μετά από κει θα βρεις άλλες 2-3 συνεχόμενες μαγευτικές παραλίες (όπως ο κόλπος των Άγγλων και η Παραλία Michel) όπου θα είσαι μόνο εσύ, ο ουρανός, οι φοίνικες, η άμμος και ο ωκεανός….εαν μάλιστα έχεις φροντίσει να φέρεις μαζί σου και καμία αιώρα, μπορεί να μείνεις για πάντα…..


The super touristic Trois Ilets is fine, yet boring (for my taste at least). Okay, visiting Les Salines is a must, something like the Parthenon in Athens… but if you continue East from the basic beach of Marsh (by foot, the car cannot enter as it is a protected habitat) and always alongside the coast, you’ll approach a moonscape called La Savane des Petrifivations. After that, there is a small cape with cliffs and turbulent sea, where right in front you can see the notorious Table-au-Diable (Table of the Devil), an inaccessible rock in the centre of the sea, main reproductive area of the local seagulls. From there you can access 2-3 more magic beaches (like the Bay of English and Michel Beach), where your only company will be the sky, the palm trees, the sand and the ocean… you may want to stay there forever, especially if you bring a hammock…

Ile Chevalier
Άλλη τρομερή περιοχή, λίγο βορειότερα, πάντα στο νότιο-ανατολικό τμήμα του νησιού, το Cap Chevalier… Το μέρος είναι θεικό….σε περνάνε νωρίς το πρωί, οι ντόπιοι βαρκάρηδες έναντι ενός συμβολικού τιμήματος, σε ένα από τα ακατοίκητα νησάκια που βρίσκονται στο βάθος του κόλπου, και έρχονται να σε παραλάβουν, ότι ώρα τους πεις (συνήθως κατά τις 5 το απόγευμα, προτού νυχτώσει)…Κάθεσαι λοιπόν όλη μέρα και βιώνεις το όνειρό σου, ως Ροβινσώνος Κρούσος…άμα είσαι αρκετά καλά προετοιμασμένος, μπορείς  να διανυκτερεύσεις εκεί στο νησάκι , με φωτιά δίπλα στο κύμα, κάτω από τους φοίνικες και τα άστρα να σου κρατάνε παρέα. 


Cap Chevalier is another amazing area a little further (to the North), but always in the Southern East part of the island. The place is divine… you can cross to one of the unhabitable little islands of the bay early in the morning by local fishermen, paying a symbolic amount. They will come to pick you up at an arranged time (usually around 5pm, before sunset). So you can live your dream there for a whole day, like Robinson Crusoe… if you are well equiped you can even spend the night there, kindling a fire by the sea and enjoying the company of the palm trees and the stars.


Οφείλω να δηλώσω ότι τα νησάκια αυτά, όπως και η Μαρτινίκα είναι γεμάτα από μανκούστες, οι οποίες πολλαπλασιάζονται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς τα τελευταία χρόνια και βρήκαν άριστη δωρεάν πηγή τροφής στα αποφάγια των εκδρομέων. Οι μανκούστες είναι μικρά θηλαστικά που εισήχθησαν από τους πρώτους άποικους για να εξολοθρεύσουν τα πάμπολα φίδια που εύρισκαν καταφύγιο στα ψηλά χόρτα των φυτειών ζαχαροκάλαμου. Εντούτοις οι μανκούστες ενώ μείωσαν δραστικά τον αριθμό των φιδιών του νησιού, βρήκαν ευκολότερο να επιτίθενται στις αφύλακτες φωλιές των αναρίθμητων πουλιών που διαβιούσαν στη Μαρτινίκα και τελικά να ξεπαστρέψουν κυριολεκτικά ολόκληρες αποικίες ενδημικών πτηνών. 

I need to mention that all these small islands-and Martinique in general-are full of mongooses. They have multiplied rapidly during the last years and they have found a great source of food in the tourists’ leftovers. Mongooses are little mammals, brought to the island by the first emigrants, as a way to extinguish the snakes nestling in the cane plantations. Nevertheless, even though mongooses reduced significantly the number of the snakes, they also literally exterminated groups of endemic birds, as they found it easier attacking their unguarded nests.


Πέρα από αυτό, εάν θέλεις, μπορείς να φτάσεις σε αυτά τα νησάκια και με ενοικιαζόμενα καγιάκ, αν και οφείλω να ομολογήσω ότι εάν δεν έχεις μεγάλη εμπειρία (όπως εγώ) από καγιάκ, άστο καλύτερα (γιατί υπάρχουν δυνατά ρεύματα στην περιοχή και παραλίγο να βρεθώ …Βενεζουέλα !!!!)


You can also approach these islands with rented kayaks, even though I have to admit that if you are not experienced, you better leave it. I’m not experienced and I almost found myself in… Venezuela, as the ocean currents are strong there!
    
Anse Bonneville
Για τους λάτρεις του wind surfing, υπάρχει λίγο βορειότερα, και πάντα στην ανατολική ακτή (Ατλαντικός), η περιοχή του Tartaneειδικά η παραλία Bonneville (Anse Bonneville) θεωρείται από τους γνώστες του αθλήματος, ως μια από τις καλύτερες παραλίες παγκοσμίως (υπάρχει  πλησίον και σχετική σχολή εκμάθησης)…. 


Windsurfing lovers can find their place in Tartane area, a little Northern ahead and always on the Eastern side (Atlantic Ocean)… especially Bonneville Beach (Anse Bonneville) is considered to be one of the best in the world, according to people who know about the sport (plus there is a surfing school near by).


Για όσους γουστάρουν κάτι το διαφορετικό, υπάρχουν οι παραλίες του Βορρά… και όταν λέμε του Βορρά εννοούμε του βορειοδυτικού τμήματος του νησιού, διότι στο βορειοανατολικό τμήμα απαγορεύεται η κολύμβηση λόγω των γιγαντιαίων κυμάτων......όλες λοιπόν  οι  παραλίες στο βορειοδυτικό άκρο του νησιού έχουν μαύρη άμμο…Ναι καλά διαβάσατε… μαύρη άμμο, εξαιτίας του Πελέ….όχι φυσικά του διάσημου  Βραζιλιάνου πρώην ποδοσφαιριστή αλλά εξαιτίας του Βουνού Πελέ (Mt. Pelée, 1.397 μ.) που στην κορυφή του υπάρχει το ομώνυμο ενεργό, ενεργότατο θα έλεγα ηφαίστειο, το οποίο συχνά-πυκνά, εκρύγνει λάβα και όλα τα σχετικά σε μεγάλη απόσταση…..
H ανάβαση στο βουνό δεν θεωρείται επικίνδυνη καθώς υπάρχουν σεισμολογικοί σταθμοί προειδοποίησης παντού τριγύρω από το ηφαίστειο και δεν υπάρχει η παραμικρή περίπτωση κινδύνου για τους επισκέπτες.
Ορειβατικός εξοπλισμός δεν απαιτείται, αρκεί ο επισκέπτης να κινηθεί στα βασικά, σηματοδοτημένα μονοπάτια. Τα δύσκολα σημεία των διαδρομών έχουν επισημανθεί επαρκώς και υπάρχουν πολλές εναλλακτικές διαδρομές για επισκέπτες όλων των ηλικιών και όλων των φυσικών ικανοτήτων.


If you want something different, you can visit the beaches of the North… and by North I mean the Northern West part of the island, as it’s not permitted to swim in the Northern East, because of the gigantic waves… so, all the beaches in the Northern West area have black sand… yes, you didn’t make any mistake… the sand is black because of Pelée… not the famous Brazilian former football star, but the Mount Pelée (1397). On the top there is Pelée volcano, which is active (really active I could say) and explodes lava from time to time, spreading it to quite great distances. Climbing to the mountain is not considered to be a dangerous activity, as there are seismologic stations everywhere around the volcano, so it’s totally safe for the people who visit the area. You don’t need to bring climbing equipment, as far as you move towards the basic, signed walking paths. The challenging parts are adequately signed and there are various alternative routes for people of different ages and physical condition.


Το μεγαλύτερο πρόβλημα στην ανάβαση είναι οι απρόβλεπτες καιρικές συνθήκες και η μικρή ορατότητα που επικρατεί τις περισσότερες φορές στο υψηλότερο σημείο των διαδρομών. Η κύρια συμβουλή που δίδεται σε όλους τους επισκέπτες είναι να σταματήσουν πάραυθα μόλις ξεκινήσει κάποια καταιγίδα καθώς είναι μικρή η διαρκειά τους και ο ήλιος θα κάνει και πάλι την εμφάνισή του σε σύντομο διάστημα.

The main problems with the climbing are the unpredictable weather conditions and the usually restricted visibility on the higher part of each route. The main advice given to all the visitors is to stop immediately as soon as a storm breaks, as they usually don’t last for a long time and the sun reappears soon.

Στο βουνό δεν υπάρχουν πηγές πόσιμου νερού, οπότε με ένα καπέλο, ένα ζευγάρι αθλητικά παπούτσια και ένα μπουκάλι νερό, μπορείς να φτάσεις αρκετά ψηλά (αναλόγως βέβαια με τις σωματικές αντοχές σου).
Πραγματικά είναι ανήκουστο για κάθε σοβαρό ταξιδιώτη  να μην ανέβει στο, πάντα στεφανωμένο με σύννεφα, Όρος Pelée, (η ανάβαση ξεκινάει από τη βάση του όρους) όπου φτάνεις άνετα με αυτοκίνητο. Είναι καλύτερα να ξεκινήσεις γύρω από τις 8:00 το πρωί για να έχεις επαρκή χρόνο για να ολοκληρώσεις την πεζοπορία και να αποφύγεις τις πιο ζεστές ώρες αλλά και τις απότομες εναλλαγές του καιρού. Η πεζοπορία ξεκινά με μια απότομη, (αλλά βατή) ανάβαση, καθώς ανεβαίνεις ένα μονοπάτι με αυτοσχέδια συνεχόμενα σκαλοπάτια….


Σε κάθε πλευρά, μπορείς να δείς μερικά φυτικά είδη ενδημικά στη Μαρτινίκα (κυρίως φτέρες κάθε είδους και μεγέθους). Όμως, η κούραση είναι σημαντική και είναι απαραίτητες οι στάσεις για να θαυμάσεις τη μαγευτική θέα που (σε συνάρτηση και με το υψόμετρο) σου κόβει κυριολεκτικά την ανάσα….. Η ανάβαση μπορεί να σε φτάσει  μέχρι την καλντέρα του ηφαιστείου. Κατά μήκος της κορυφογραμμής, το τοπίο παρουσιάζει εντυπωσιακή, σχεδόν απόκοσμη, ομορφιά αλλά μερικές φορές υπάρχει μηδενική ορατότητα λόγω της διαρκούς ομίχλης. 

You can go quite high (always according to your physical condition), as far as you carry a hat, trekking shoes and a bottle of water (as you cannot find water sources there). Every conscious traveller should climb to the Mount Pelée, which is always covered by clouds. You can start from the foot of the mountain, where you can arrive by car. It’s better to start around 8 am; this will give you enough time to avoid the high temperatures and the abrupt weather changes. The trek starts with a steep, yet passable ascent, as you climb on a path with makeshift continuous steps… you can spot various endemic plants on each side, mainly ferns of different sizes and shapes. Of course, the physical exhaustion is serious, so you need to take short breaks and enjoy the magic and literally breathtaking view… you can climb up to the caldera of the volcano. The beauty of the scenery along the ridge is impressive, almost eerie, but sometimes the visibility is nonexistent because of the constant fog.
 
La Croix
Μετά από μια πρώτη στάση ,συνήθως στο Σταυρό (Morne La croix ,1255 m) θα πρέπει να συνεχίσεις με τα πόδια στο οροπέδιο προς το δεύτερο καταφύγιο. Λίγο πέρα από το βασικό μονοπάτι βρίσκεται ο δεύτερος σταθμός, που αποτελεί καταφύγιο και  ταυτόχρονα σταθμό για σεισμικές έρευνες (πρώην καταφύγιο για τις καιρικές συνθήκες)  Στην κορυφή της καλντέρας της ξηράς λίμνης στήθηκε ένα μνημείο στη μνήμη του ηφαιστειολόγου Dufrénois , όπου μπορείς να δείς τον θόλο του ηφαιστείου από την έκρηξη του1929. Αυτό το μέρος είναι γνωστό ως Οροπέδιο των Φοινίκων.

After a first stop, usually in Morne La Croix (1255 m), you should continue by foot in the plateau to the second reserve. A little further from the main path there is the second station, which is both reserve and seismologic station. On the peak of the dry lake’s caldera, a monument to the memory of the volcanologist Dufrénois is built, from where you can see the volcano’s dome from the explosion of 1929.


Η πεζοπορία μέχρι το Σταυρό (La Croix) είναι κάνα 90λεπτό, ενώ από κει και πέρα θέλεις σίγουρα ένα τρίωρο για να φτάσεις, κινούμενος πάντα κυκλικά,  ψηλά στο Le Chinois όπου μπορείς να θαυμάσεις από ψηλά όλο το νησί καθώς και το ηφαίστειο που ξεφυσά μερικές εκατοντάδες μέτρα ψηλότερα) …Το τρίτο καταφύγιο υπηρέτησε μέχρι το 1970  ως σημείο μελέτης του ηφαιστείου. Σήμερα  υπάρχει κι ένα μικρό αφύλακτο οίκημα, για όσους τυχόν δεν μπορέσουν να επιστρέψουν εγκαίρως στη βάση τους, και τους πιάσει το σκοτάδι στο βουνό. Υπάρχουν γάντζοι στους τοίχους για να κρεμάσεις την αιώρα σου, αλλά η πλούσια βλάστηση στο δάπεδο, μάλλον θα σε αποτρέψει από το να διακινδυνεύσεις μια διανυκτέρευση εκεί πάνω, με τον αέρα να λυσσομανά από παντού……


Trek to La Croix lasts about 90 minutes and from that point you need for sure three hours, always following a cyclical route, to approach Le Chinois. From there you can admire a view to the whole island and the volcano, which wheezes a few hundred metres over you. The third reserve used to be volcanic research area until 1970. Today there is also a small unguarded building, for those who may not manage to return on time, before dark falls. There are hooks on the walls, where you can hang your hammock, but the lush on the ground and the strong winds will probably prevent you from staying there.


Anse Ceron
Η αγαπημένη μου παραλία στο Βορρά είναι η Anse Ceron …. με βανάκι ή αυτοκίνητο προσπερνάς το γραφικό ψαροχώρι του Precheur, συνεχίζεις να ανεβαίνεις βορείως στο επαρχιακό δρόμο (δεν υπάρχει περίπτωση να χαθείς διότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος προς βορρά) και στο τέλος του δρόμου φτάνεις σε ένα τεράστιο σύμπλεγμα πανύψηλων τροπικών δένδρων…στα αριστερά σου βρίσκεται η παραλία του Ceron. To μέρος ενδείκνυται για πικνικ, και τα Σαββατοκύριακα λεφούσια από ντόπιους ξεχύνονται, κατά εκατοντάδες, στα ξύλινα τραπεζάκια αυτής της παραλίας. 
Συνιστώ ανεπιφύλακτα, το ηλιοβασίλεμα σε αυτή την ακτή.. είναι τρομερό θέαμα να βλέπεις τον ήλιο να βυθίζεται στον ωκεανό, πίσω από τη βραχονησίδα του Μαργαριταριού, χρωματίζοντας τα σύννεφα με απίστευτα χρώματα….Για τους λάτρεις της περιπέτειας, υπάρχει ένας δρομάκι που σκαρφαλώνει στις πλαγιές του βουνού, για περίπου 500 μέτρα, όλα καλά ….… μετά η βλάστηση γίνεται οργιώδης και καλό θα είναι να μην ξεμακραίνεις πολύ από το βασικό μονοπάτι διότι εκτός όλων των άλλων, αυτό είναι το και το αγαπημένο μέρος της Bothrops lanceolatus (ενδημικού δηλητηριώδους φιδιού.) 

My favourite beach on the North is called Anse Ceron… you can take a little van or car, pass the picturesque fish village Precheur, continue on the rural road to the North (no way to get lost, there is no other road to the North) and finally approach a huge block of very high trees… Ceron beach is on your left. This place is ideal for picknick and during weekends hundreds of people occupy the wooden tables of the beach. I strongly recommend youto enjoy the sunset from this coast… watching the sun sinking down the ocean, behind the Margaret Isle, offering amazing colours to the clouds, is spectacular… for the lovers of adventure, there is a small path that climbs to the slopes of the mountain. For the first 500 metres everything is good… after that there is lush vegetation, so better to avoid the area far from the main path as, among others, this is the favourite place of bothrops lanceolatus, an endemic poisonous snake.

Στην αρχή δεν το πολυπίστεψα, αλλά μετά από κάμποσες μέρες, και αφού είχα γίνει τακτικός θαμώνας της παραλίας, έτυχε να γνωριστώ μια παρέα Rastafarians (ναι υπάρχουν και τέτοιοι στη Μαρτινίκα, και  ολημερίς πίνουν …ρούμι στο όνομα του Μπομπ Μάρλευ, καπνίζοντας ganja και παίζοντας ποδόσφαιρο κάτω από
τους κοκοφοίνικες) που κατοικοεδρεύουν στην εν λόγω παραλία και αφού γνωριστήκαμε αρκετά και δεν υπήρχε περίπτωση να κάνουν πλάκα, μου εξήγησαν ότι στο παρελθόν συνήθιζαν να πιάνουν μικρά τέτοια δηλητηριώδη φίδια και να τα επιδεικνύουν έναντι μικρού τιμήματος στους διερχόμενους τουρίστες. Επειδή έχω δει τέτοιο ακριβώς σκηνικό με Rastafarians που σου προσφέρουν φωτογράφηση με ντόπια φίδια σε γειτονικό νησί, πείστηκα ότι μου λένε αλήθεια και δεν ξεμάκρυνα πλέον από το βασικό μονοπάτι !!!!

 Even though I initially could not believe that, after some days and while I had become a habitue of the beach, I met a group of rastafarian (yes, you can find people like them in Martinique, who drink rum all day for the sake of Bob Marley, smoke ganja and play football under the palm trees) who lived there. After a point and as I knew them well enough to get if they were serious or not, they told me that they used to find that kind of snakes and display them to the tourists for a small amount of money. As I had seen rastafarian who were doing the same thing in a neighbor island, I was convinced they were telling the truth and I decided to follow the main path !!!!

Λίγο βορειότερα από την Anse Ceron, και αφού περάσεις από τα ερείπια ενός παλιού αποστακτηρίου ρουμιού, κι αυτό μέσα στην τρελή βλάστηση (ένα περίπου δεκάλεπτο μέσα στο τροπικό δάσος), βγαίνεις σε μια  μικρή γραφική παραλία που λέγεται Couleuvre (Anse Couleuvre). Τώρα πλέον βρίσκεσαι στο βορειοδυτικότερο τμήμα του νησιού και όταν έχει καλό καιρό (δηλαδή σχεδόν πάντα) μπορείς να διακρίνεις στο βάθος προς βορράν, την νήσο Dominica. Οι  κατάφυτες πλαγιές του βουνού πέφτουν κατακόρυφα στη θάλασσα ενώ ο βυθός προσφέρεται και για καταδύσεις….Γενικά μιλάμε για μια από τις πιο ήσυχες παραλίες του νησιού, απόμακρη και παραδεισένια …..εσύ κι η φύση… 

 A little Northern ahead from the Anse Ceron and after passing the ruins of an old rum distillery (again into lush, approximately 10 minutes walk through the tropical forest), you end up to small picturesque beach named Anse Couleuvre. Now you are in the foremost Northern West part of the island and when the weather is good (almost always) you can discern far ahead on the North the island of Dominica. The wooded slopes of the mountain fall vertically to the sea, while the bottom is ideal for diving. It’s one of the most quiet beaches of the island, remote and heavenly… you and the nature.


Anse Turin
Πάλι στο βορειοδυτικό τμήμα του νησιού, αλλά περίπου 15 χλμ νοτιότερα, λίγο πριν φτάνεις στην πόλη του St.Pierre, (ακριβώς πριν από το τούνελ) υπάρχει και η παραλία του Turin. Καλή παραλία, με λεπτή μαύρη άμμο, μεγάλο πλάτος και ελαφρύ κυματισμό (Καραιβική γαρ) αλλά ο αυτοκινητόδρομος είναι ακριβώς από πίσω σου, και κει που λες τι ωραία είμαι δω, περνάνε 2-3 φορτηγά και ξενερώνεις……Φυσικά, εάν πας βορειότερα, στις παραλίες Ceron και Couleuvre, δεν υπάρχει περίπτωση να σταματήσεις ξανά  για μπάνιο στην Turin.

Again in the Northern West part of the island, but 15 km South ahead, a while before the town of St. Pierre (exactly before the tunnel), there is Turin beach. It’s a good beach, with thin black sand, enough width and ripple (as it’s Carribean), but the motorway is exactly behind you, so the one moment you are happy, the other some tracks are passing by and you stop enjoying it… of course if you go to the North, in Ceron and Couleuvre beaches, there is no reason to swim to Turin again.

Diamant
Γιατί στην Turin σταματάς και για άλλους λόγους… βασικά και κύρια το μουσείο. Σε απόσταση 150 μέτρων από την παραλία, βρίσκεται ένα μικρό μουσείο αφιερωμένο στο μεγάλο Γάλλο ζωγράφο του  Paul Gauguin, ο οποίος πέρασε ένα μέρος της ζωής του, σε ένα καλυβάκι σε τούτη ακριβώς τη γωνιά της Μαρτινίκας., ζωγραφίζοντας ηλιοβασιλέματα, τροπικά δάση και γυμνόστηθες μιγάδες καλλονές….


You will stop to Turin for other reasons and mainly for the museum. Just 150 metres from the beach there is a small museum dedicated to the French painter Paul Gauguin, who spent a great part of his life in a cabin on this exact side of Martinique, painting sunsets, tropical forests and topless mulatte beauties…

Γενικά, υπάρχουν χιλιάδες πράγματα να δεις και κάνεις στη Μαρτινίκα,  όπως η παραλία Diamant στη νότια πλευρά του νησιού, αλλά θεωρώ αδιανόητο να φύγεις από το νησί χωρίς να έχεις επισκεφθεί τον μαγευτικό  Κήπο του Μπαλατά (Jardin de Balata, μερικά μόνο χιλιόμετρα έξω από το FdF) που φιλοξενεί πάνω από 200 είδη τροπικών φυτών και δένδρων (πολλά εξ αυτών ενδημικά). Ο απόλυτος βοτανικός παράδεισος που θα σε κάνει να μην θέλεις να φύγεις από κεί ακόμη κι αν δεν είσαι βοτανολόγος...

In general there are thousands of things to see and do in Martinique, like Diamant beach in its the Southern part, but I find inconceivable leaving from the island without visiting the magic Jardin de Balata, just a few km far from Fort De France. You can see more than 200 specie of tropical plants and trees (some of them endemic) there. It’s the absolute botanic paradise and you won’t wish to leave, even if you are not a botanist.....